Wednesday, December 10, 2008

Οι μέλισσες





Όταν θα πεθάνουν οι μέλισσες
πόσα λουλούδια θα μείνουν
ορφανά

Πόσα πέταλα
θα μείνουν αφίλητα

Πόσοι μίσχοι
θα πετρώσουν

Πόσοι καρποί
θα μείνουν στείροι

Όταν θα πεθάνουν οι μέλισσες
πόσες αναμνήσεις θα είναι
για πάντα πικρές
κι΄ ανέλπιδες

Πόσα αδέσποτα όνειρα
θα σβήσουν σαν την φλόγα στο στερνό κερί
όταν θα πεθάνουν οι μέλισσες

Πόσο υπόκωφη θα γίνει η μουσική

Όταν θα πεθάνουν οι μέλισσες

σ΄ ένα γκριζόμαυρο, τυφλό ουρανό
χωρίς φτερούγισμα πουλιών
πόσοι βόμβοι θα σωπάσουν
σε μια μάταιη άνοιξη

Όταν θα πεθάνουν οι μέλισσες
πόσα ποτάμια θα χάσουν το δρόμο τους
πόσες λίμνες θα βαλτώσουν
πόσες θάλασσες θα

βαπτιστούν νεκρές

Πόσα ποιήματα θα ακυρωθούν

όταν θα πεθάνουν οι μέλισσες


Saturday, October 25, 2008

Δένδρα νεκρά

Οι φωτογραφίες που ακολουθούν

τραβήχτηκαν στις 25 Οκτωβρίου 2008
στην περιοχή Λυμπιών Κόσιης και στην περιοχή Κόρνου.




Δέτε τζιαι κρίνετε






Τα πεφκαρούθκια


Οι αντένες που εν λείπουν



Η τερατσιά



Κοντά στες στράτες για να τα θωρούμεν

πέρκι συνετιστούμεν


Τζιαι μιτσιά τζιαι μιάλα



Τζι' αρφούθκια



Δίδυμα




Πεθανίσκουσιν στέκοντα



Στέκουνται περήφανα ως το τέλος


Το τέλος που εμείς εσχεδιάσαμε για λλόου τους


Τζιαι που βρίσκουμεν σιήλιες δικαιολογίες


πως εν ιμπορεί ναι γινεί αλλοσπώς


Είμαστεν άξιοι της τύχης μας




Ότι πάθουμεν που δαμαί τζιαι δα


εν χάκκι μας


Έρχεται η Έρημος

Wednesday, October 01, 2008

Saturday, August 30, 2008

Αναμνήσεις από την Πάφο

Οι παπουτσοσυκάνθρωποι
βαδίζουν και παραμιλούν
και μας χαιρετούν
Εν έσιει σιειρόττερην ενόχληση που
τ' αγκαθθούθκια του παπουτσόσυκου
πάνω στα δακτύλια.
Τζι' όμως,
Αν δεν καθαρίσω παπουτσόσυκα
δίχως σιερώσια ( γάντια )
στα τέλη του Ιούλη, αρκές τ' Αούστου
εν καταλάβω καλοτζιαίριν
Άϊστο ελλίανεν τζιαι το φως μου
τζιαι εν τα θωρώ τα αφιλότιμα
να τα φκάλω έτσι μιτσικουρούθκια που ένουσιν.
Παπουτσοσυτζιές σας αντισιερετώ
Τζιαι ευκαριστώ για την δροσιάν
που μας δκιάτε μες το μεσοκαλότζιαιρον
με τους καρπούς σας
( αννέν τζιαι παομένοι, κόμα καλλύττερα )

Σιερετώ τζιαι σας τους φίλους μου,
που βουρούμε μέρα τζιαι νύκτα
πά στες κλωστές της ίδιας αζγαγιάς
όπως τες ρόβες της κουφής
( όπως τες αράχνες δηλαδή )
Καλό φθινοπωροσιείμωνο
τζιαι πέρκι βρέξει φέτη


Saturday, July 12, 2008

Λειψυδρία


Θα έγραφα !

«Φοβού τους υπό σου ευεργετηθέντες»

και να αρχίσω να λέω και να λέω μέχρι να πείσω ότι
η ρήση είναι σωστή και αυτοί που την συνέταξαν
«ενηστεύκασιν 40 μέρες τζιαι σαράντα νύκτες»
και ότι εφαρμόζει πλήρως και μπλα – μπλα
και μπλά - μπλα.

Στο τέλος το αποτέλεσμα θα φαινόταν μοιρολατρικό

Σκέφτομαι ότι οι υπό εμού ευεργετηθέντες δεν μου χρωστούν τίποτε

Εξάλλου δεν τα πάω καλά με τις αγοροπωλησίες, ιδίως με αυτές που αφήνουν κέρδος
( σε μένα ) και ζημιές ?? ( στους άλλους )

Και αν πρέπει να τους φοβάμαι με γεια ( μου ) τους με χαρά ( μου ) τους

Τώρα θα μου πείτε τι σε έπιασε πρωί – πρωί

Είπα να πω αυτό που νιώθω σήμερα πρώι - πρωί

Όλο και περισσότερο σκέφτομαι ότι οι προδιαγραφές μου
( και πολλών άλλων ) δεν έχουν εφαρμογή
σ’ αυτούς τους καιρούς.
της λειψυδρίας

" Δεν είναι μόνο το νερό που μας λείπει.

Μας λείπει η ελπίδα και η προοπτική

Το μέλλον μας, φαντάζει αβέβαιο

Απλώνουμε τα χέρια και ψάχνουμε στα τυφλά
σ’ ένα πέπλο ομίχλης
( ή καλύτερα σ’ ένα πέπλο μολυσμένου καπνού )

Ο τρόμος μας συγχύζει

Δεχόμαστε βομβαρδισμούς
από μαϊμού συχνότητες

Όπως στην Βαβέλ
Eκεί ψηλά που βγήκαμε
( ή που νομίζουμε ότι βγήκαμε )
το μυαλό μας θολώνει
από έλλειψη οξυγόνου

Σιγά - σιγά ακούμε μόνο
τι λέμε εμείς
σε εμάς

Εγώ
σε μένα

Δεν είναι μόνο το νερό που μας λείπει

Είναι και οι ορίζοντες θολοί"







Saturday, April 05, 2008

Ο Αρφός μου




Ο Αρφός μου εν ένας καλός ήσυχος άθρωπος,
οικογενειάρχης, φτωχός μεροκαμαθκιάρης
με τρία κοπελλούθκια.

Είδα τον ένα δείλις μετά που κάμποσες ημέρες
τζιαι αφού είπαμεν τα καθημερινά, ήρτεν η
κουβέντα στο νερό που λλιανείσκει τζιαι λαλεί μου:

"Εγιώ εν τζιαι σκέφτουμαι τα πλάσματα.

Τα πλάσματα έχουν νουν, εννάβρουν τρόπο.

Σκέφτουμαι τζείνα τα πουλιά.
Ίνταλος έννα ξιδιψούν,
κόμα το καλοτζιαίριν εν εμπήκεν

Θωρώ τζειν τα σιελιόνια που εν ιβρίσκουν πηλόν να κάμουν την φουλιάν τους,
ξέρεις ίντα τα λυπούμαι; " .

Έλάλεν μου τα τζιαι επογιάλλωννεν

Που το πρωϊν ως τζιην την ώραν, εσύντηχα με πολλούς

Άλλοι ελαλούσαν μου για τα χωράφκια τους
πόσα αξίζουσιν τωρά που ακρίβωσεν η γη
( σάμπου τζιαι η γη ανήκει σε κανέναν,
εν ισπιάζουμεν πως εν εμείς που ανήκουμεν σε τζείνην )

Άλλοι για τες πισίνες τους, Ίνταλος να τες γεμώννουν
τωρά που έν έσιει νερόν

Άλλοι για τες μετοχές τους,
έννα ψηλώσουν για έννα χαμηλώσουν

Ούλλοι τους είχαν έγνοιες

Θαρκούμαι όμως πως η έγνοια του αρφού μου

Ήταν η πιο αδρωπινή

Sunday, March 23, 2008

Οδός Λήδρας

Λέξεις που πονούν και το Βάλσαμο

Πράσινη Γραμμή

Νεκρή Ζώνη

Αδιέξοδη οδός Λήδρας

Οδοφράγματα

Είναι ο καιρός

Να σβηστεί η Πράσινη Γραμμή

Να πεθάνει η Νεκρή Ζώνη

Να ανοίξει η αδιέξοδη Λήδρας

Να ξηλωθούν τα οδοφράγματα

Ο τόπος είναι ένας

Ο τόπος να επανενωθεί

Τότε οι λέξεις δεν θα πονούν

Θα γίνουν βάλσαμο

Σε μια εγκάρσια πληγή που θα αρχίσει να κλείνει

Κερύνεια, Πάφος, Αμμόχωστος, Λεμεσός, Μόρφου, Λάρνακα

Λευκωσία, Λευκωσία

Κύπρος, Κύπρος, Κύπρος

21 Μαρτίου 2008

Άνοιξη στη Λήδρας

Άνοιξη στην Ενωμένη Κύπρο

Στις καρδιές

Άνοιξη

Saturday, February 16, 2008

Για το Χωρκόν μου




Για το Χωρκόν μου

Θα πάω πάλε στο χωρκόν
να δω την μάντρα τζιαι να πιω
νερό που τα’ αλακάτι

Να δω τον γέρο τον βοσκό
με την μαγκούρα στο γλεπιό
αφέντη τζιαι αρκάτη

Να δω τον σιήλλο να βουρά
τα’ αρνί που επήεν πιο μακρά
που τα’ άλλον το κοπάϊ

Τζιαι το κλιαρίν να τραππηά
με φόρα τζιαι να κουτουλλά
πα σε γρονιό ριφάϊ


Θα πάω πάλε στο χωρκόν
να ρέξω που τον ποταμόν
πον το παλιό γιοφύρι

Που έζιε λαλούσιν το στισιηόν
τζιαι γιω που τον πολλή μου φόον
επήαιννα πογύριν

Ν΄ακούσω κλάμα σκορταλλού
το κράξιμον του πετεινού
την ώρα που χαράσσει

τζιαι την καμπάνα να φακκά
να αντιλαλεί στα παραρά
στους κάμπους τζιαι στα δάση

Να κάτσω μες τον καφενέ
να πιω καφέν τζιαι πουτζιαμέ
να πάω στο παναΰρι

Να προσκυνήσω εβλαβικά
τζιαι να γοράσω πορικά
ποπλίνα τζιαι κασμίρι

Την ώρα που χαράσσει η αυκή
ν’ ακούσω τον ( ΠαπάΓιωρκήν ) Παπακωσταντή
πούτουν καλοφωνάρης

να ψάλλει να καλοναρκά
τους άρτους να τους εβλοά
νάμαι τζιαι γιω γιορτάρης



Η αληθκεια ένει εμμιάλινα τζι’ ασπρίσαν τα μαλλιά μου
μ’ ανταν να πάω στο χωρκόν , γίνουμε οκτώ γρονών μωρό
τζιαι πελλετώ πως εννα δω τα συνομίλικα μου

Να παίξουμεν πρώτην ελλιά
ζίζιρον, ανδρές τζιαι ππιριλιά
λιγκρί τζιαι καμιλούϊν

Μες την αυλήν στην εκκλησιά
πουκάτω στην αρτυμαθκιά
κοντά στο κρεμμαούϊν


Η αληθκεια ένει αρκόντινα, ζουλεύκουν με εμπόροι
μ’ ανταν να πάω στο χωρκόν ξέρετε ήντα πεθιμώ ?
Ψουμίν βραστό, μαύρην ελιά,
κότσιηνο πομυλόρι

Θα πάω πάλε στο χωρκόν
να πκιω κρασί γλιτζιήν , στερκόν
να πκιώ τζιαι ζιβανίαν

Μες το ποστάνιν να απλωθώ
την νύκτα τζιαι να τζιημηθώ
με τα’ άστρα πατανίαν



Η αληθκεια ένει επρόκοψα, έχω πουντζιή βαρβάτο
μ’ αντάν να πάω στο χωρκόν, γίνουμε όπως τον βλορκόν
για στη συτζιά για στην ροφκιά
έννα με δεις πουκάτω

Να κόφκω σαν τον αλουπό
ξινοσταφίλιν με τον φόον
του άφκαρτου σκαπούλλου

τζιαι με τα μμάθκια μου κλειστά
να κρολλοούμε που μακρά
φωνές του τουρκοπούλλου


Θα πάω πάλε στο χωρκόν
τζιαι να με κάμουσιν πουρκόν
νάχω δικούς μου στόλους

πόννα πεθάνω πεθυμώ
Στο μαναστήρι να θαφτώ
στους Δώδεκα Αποστόλους

1995