Saturday, December 10, 2011

Μες την αγέλη


Αφιερωμένο στους οίκους
και στους παραοίκους


Μες την αγέλη

Συναγελαστήκαμε κι απόψε
Ονειρευτήκαμε ταυτόσημα όνειρα
γεμάτα με τρυφερά κατσίκια

Ουρλιάξαμε και απόψε με copy paste ουρλιαχτά
κοιτάζοντας το χαμένο στην νύκτα φεγγάρι
γκρίζο και καταδικασμένο 
να επιχειρεί salto mortale 
στην φλεγόμενη πόλη 

Σαν νέοι Νέρωνες
καταφέραμε κι απόψε
να παγώσουμε αίματα

Αύριο η μέρα θάναι και πάλι δική μας

Σε μια έσχατη σκέψη,

συμφωνήσαμε με τη συνείδηση μας

Είμαστε λύκοι

Saturday, August 06, 2011

Μια πεταλούδα πέταξε


Μια πεταλούδα πέταξε


Για λίγο μόνο



Κάποια στιγμή

άθελα της, μας παρέσυρε


Πετάξαμε για λίγο μαζί της


Από ψηλά είδαμε κήπους πολύχρωμους


Πουλιά που κελαηδούσαν
Ποτάμια με ολοκάθαρα νερά να τρέχουν

Παιδιά να παίζουν.


Αυτός ο κόσμος είναι ο δικός μου, είπε,

μα και δικός σας

Στο δρόμο ήρθε η βροχή,


της τσαλάκωσε τα φτερά


Πόνεσε

Πόνεσε πολύ


Ποτέ δεν παραπονέθηκε



Ενώ θα έπρεπε


Μόνο συνέχιζε να πετά



Αυτός ο κόσμος έλεγε είναι ο δικός μου,


μα και δικός σας


Κάποια στιγμή


Την εγκατέλειψαν οι δυνάμεις
Έγειρε απαλά, αθόρυβα στο χώμα



Κείνη την ώρα, μια άλλη πεταλούδα, άυλη,

πέταξε από μέσα της


Για μερικές στιγμές γονατίσαμε στο φρέσκο χώμα

και την ακουμπήσαμε


Αποχαιρετώντας την,

πήραμε όση δύναμη είχε απομείνει


Ξεχείλισε η ψυχή μας


Στο δρόμο της επιστροφής,

ήταν πια νύχτα


Κοιτάξαμε κάτω,


Πολύχρωμα φώτα αναβόσβηναν γλυκά


Ακούγονταν μουσικές, τραγούδια,

φωνές παιδιών

Αντανακλούσε το φως του φεγγαριού

στο πράσινο ποτάμι,


Ο απόηχος, ταξίδευε τα λόγια της


Κτυπούσαν παιχνιδιάρικα

Στους ασπρισμένους τοίχους των σπιτιών

της πόλης των ονείρων της


Τρύπωναν στα παράθυρα

στις ανοικτές τις πόρτες


Κάθονταν σαν άσπρα περιστέρια

στα ακροκέραμα,

στα γείσα,


«Αυτός είναι ο κόσμος μου
μα και δικός σας»
«Αυτός είναι ο κόσμος μου

μα και δικός σας»


Σε λίγο θα ξημερώσει και οι κήποι θα είναι εκεί


Τα σπίτια θα είναι εκεί, τα παιδιά, τα πουλιά,

η ελπίδα,


Όλα θα είναι εκεί


Μια πεταλούδα πέταξε

για τόσο λίγο


Και μας παρέσυρε

σε κόσμο όμορφο


Το δικό της





Για την Ελένη,

που έφυγε νωρίς.

Friday, May 27, 2011

Η άλλη μαντίλα







Εθαύμασα τες


Την πρώτη είδα την την Κυριακή στες εκλογές।


Επήεν να ψηφίσει.


Εν εθεώρησε δικαιολογία την μαντίλα της για να μεν πάει.


Εθεώρησε ότι η ψήφος εν σημαντική για μιαν καλλύττερη κοινωνία.



Την δεύτερη είδα την Τετάρτη στην επιχερηση της. Το ίδιο ενθουσιωδη όπως πριν, που δεν επαίρναν καν που το μυαλό της τούτο το ζήτημα.



Την Τρίτη είδα την Πέμπτη την νύκτα να αναλύει με σθένος ένα εξειδικευμένο θέμα, για την οργάνωση της ανάπτυξης, μπροστά σε ένα μεγάλο ακροατήριο.


Τζιαι τες τρείς με τες μαντίλες τους.


Να επιμένουν για έναν καλλύττερο αύριο για τα παιθκιά τους τζιαι για τον κόσμο



Εθαύμασα τες



Το ζήτημα της άλλης μαντίλας, χρειάζεται να το φιλοσοφήσουμε γιατί θα καταλάβουμε πολλές αλήθκιες της ζωής.














Friday, April 29, 2011

Θα πουλήσω το ρολόϊ





"Θα πουλήσω το ρολόϊ
και θα πάρω κομπολόϊ
να μετράω τους καημούς
και τους αναστεναγμούς"

Γιατί ?

Επειδή, αντί για ξυπνητήρι με κουδούνι
ή ξυπνητήρι με πιιιι - πιιιι
έχω ράδιο - ξυπνητήρι.


Ως αποτέλεσμα ξυπνώ πολλές φορές με κανένα
ευχάριστο τραούδι

Τες παραπάνω όμως φορές
ακούω έναν τύπο ( όνομα και μη χωριό ) να φωνάζει ούλλο νεύρα, να του φταίουν ούλλοι τζιαι ούλλα,


Κυριολεκτικά να φκάλλει αφρούς που το στόμα


Tζιαι η δημοσιογραφίνα να του σύρνει σπόντες
τζιαι τζιείνος παραπάνω να παίρνει φωθκιά


Τζιαι άμαν τα πεί ο τύπος
τζιαι τελειώσει
( εν ξυθυμανίσκει ποττέ του ),
μπαίννουν άλλοι στη συζήτηση
τζιαι λαλούν τα δικά τους

Άλλοι με νεύρα ( όϊ σαν τα δικά του, τα δικά του δεν συγκρίνονται )
τζιαι άλλοι πιο ήπια

Αριθμημένη  λίστα


Τζιαι η δημοσιογραφίνα να συνεχίζει απτόητη να σύρνει λάδι στην φωθκιά

Εν έσιει σιειρόττερο πράμα
να ξυπνάς γαλήνια τζιαι πριν καλά - καλά
να αννοίξεις τα μμάθκια σου
να ακούεις τον τύπο να φωνάζει ούλλον νεύρα.


Πώς θα πάει η μέρα σου καλά?

Τζιαι εν κανεί τούτο.

Να τελιώννει ο τύπος τζιαι πριν πεις Δόξασοι ο Θεός, να αρκεύκουν οι διαφημήσεις,


Τζιαι να σου μπίουν μέσα στον εγκέφαλο
να γοράσεις το έναν τζιαι το άλλον
αρνάκι φτηνό, χοιρινό τόσα ευρώ, ρύζι, ζάχαρις,
σαπούνια, ρολά, τόσα σεντ, τζιαι έναν συν έναν δωρεάν τζιαι οι τιμές εν τιμές ευκαιρίας, τωρά που εν Πάσκα, που εν Χριστούγεννα που εν Φώτα που εν καρναβάλια, που εν σήκωσες, που εν αρκή του μήνα που εν τέλος του μήνα, που εν νηστείες, που έννεν νηστείες, που ανοίξαν τα σκολεία, που εκλείσαν τα σκολεία τζιαι να μεν έσιει τελειωμόν


Μα που το πρωϊ ξημέρωμα σιορ?


Εν κρίμα ο κόσμος

ΕΛΕΟΣ - ΕΛΕΟΣ πκιον

Έτσι τζιαι εγιώ αποφάσισα το

Θα πουλήσω το ρολόϊ
τζιαι θα πάρω κομπολόϊ









Στο κάτω – κάτω,


( Αφού τελικά ούλλα εκαταντήσαν θέμα αγοράς τζιαι πούλησης ),


θα είμαι τζιαι εγιώ χρήσιμος στην κοινωνία,




τζιαι στο σύστημα



Έσιει κανέναν μουσhτερή ( πελάτη ) για το ρολόϊ ?
















Sunday, February 13, 2011

Έχουμεν ακόμα ελπίδες


Γυρίζει θυμωτά ( με θυμό ) τζιαι λαλεί μου,


( Ήταν μια κορούα ( κοριτσάκι ) 4, 5 χρονών )



Κύριε, Μεν πατάς τα χόρτα, εν με τούτα που ταΐζω

τη σιελονούα μου. ( χελωνίτσα )


Εκοίταξα χαμαί τζιαι είδα ότι δίπλα που τα χόρτα είσιεν νησούθκια

( νησάκια ) που χώμα


Επροσπάθησα τζιαι επάτησα πάνω σε τζείνα τα νησούθκια


¨Συγνώμην¨ είπα,


¨Εν το ήξερα¨ , εδικαιλολογήθηκα


¨Χα¨ είπεν μου


Πάλαι θυμωτά.


Εχάρηκα το.


Ίσως έχουμεν ακόμα ελπίδες


Εσκέφτηκα.

Παρεμπιτόντως


" Ήρτεν η άνοιξη "
( ( Να ) ακόμα μια ένδειξη ).

Thursday, January 27, 2011

Το λιοτρόπι



Τόλμησε το μοναχικό λιοτρόπι

Γύρισε το βλέμμα από την άλλη


Αμφισβήτησε τον ίδιο τον ήλιο, το Θεό του


Μέτρησε τα πάθη του. Παραήταν πολλά να τα αντέξει


Έφτυσε στο χώμα με σιχασιά

Έβρισε μέσα από τα σφιγμένα δόντια του

Τόλμησε το μοναχικό λιοτρόπι

Γύρισε το βλέμμα από την άλλη


Εκείνος ήταν πολύ μικρός για να αντέξει την προσβολή

έστειλε τις ακτίνες του και του έκαψε το μίσχο


Τα άλλα λιοτρόπια έβοσκαν φως

αμέριμνα στο κίτρινο λιβάδι


Γονατισμένα μπρος στο μεγάλο τους αφέντη

ακολουθώντας ευλαβικά την τροχιά του

εξαγόραζαν τη σωτηρία τους


Ούτε και τώρα άκουσαν το βογκητό

του αδελφού τους καθώς μόνος ξεψύχαγε


Όπως μόνος έζησε


καταμεσής στο κίτρινο λιβάδι